Δευτέρα 5 Σεπτεμβρίου 2016

Οι εργαζόμενοι στα Λιπάσματα της Καβάλας πρέπει να δικαιωθούν



Η Βιομηχανία Φωσφορικών Λιπασμάτων (ΒΦΛ) Καβάλας είναι ένα εργοστάσιο που άντεξε στο χρόνο,
ένα εργοστάσιο που εδώ και 40 και πλέον χρόνια δίνει δουλειά σε πάνω από 1.000 οικογένειες μέσα και έξω από αυτό (εργαζόμενους και συνεργάτες). Επιπλέον αποτέλεσε έναν «οικονομικό πνεύμονα» για την πόλη της Καβάλας αλλά και ολόκληρης της χώρας. Τα περισσότερα από τα βιώσιμα χρόνια της, η ΒΦΛ ανήκε κατά το μεγαλύτερο ποσοστό της στο κράτος. Κατά καιρούς υπήρξαν αρκετά προβλήματα τα οποία με αγάπη, δουλειά και προσπάθεια ξεπερνιόντουσαν προς όφελος όλων. Κάτω από αυτό το καθεστώς υπήρξε η μοναδική βιομηχανία λιπασμάτων στα Βαλκάνια και μία από τις ελάχιστες στην Ευρώπη. Κι έτσι θα έπρεπε να παραμείνει, μια μεγάλη βιομηχανία που θα ενίσχυε ολόκληρη την ελληνική οικονομία. Όμως αυτό δεν μπόρεσε να γίνει γιατί κάποιοι τοπικοί και κρατικοί φορείς, για ίδιο όφελος ή στο πλαίσιο αδιέξοδων πολιτικών ιδιωτικοποίησης, πούλησαν αυτόν τον «κολοσσό» για ψίχουλα στον επιχειρηματία Λαυρεντιάδη που, όπως αποδείχτηκε, είχε άλλους σκοπούς στο μυαλό του.
Μήπως δεν τον ήξεραν; Ίσως. Στην πορεία, όμως, δεν τον έμαθαν; Τον έμαθαν. Κυρίως όταν ήρθε η ώρα που μπήκε στη φυλακή. Σε λίγο καιρό, όμως, αποφυλακίστηκε για λόγους υγείας. Βγήκε μάλλον για να «εκτελέσει» τους εργαζόμενους της ΒΦΛ, που την μετονόμασε σε ELFE (Ελληνικά Λιπάσματα). Το καλοκαίρι του 2015 άρχισε να υλοποιείται ένας σχεδιασμός από την πλευρά της επιχείρησης για τη μεταβίβαση δραστηριότητάς της σε άλλες εταιρείες, που είτε ήταν πελάτες της είτε δημιουργήθηκαν εκείνη την περίοδο με σκοπό την υλοποίηση αυτού του σχεδίου δράσης. Τον Σεπτέμβριο του 2015, οι εργαζόμενοι μεταφέρθηκαν, με τρίμηνες συμβάσεις δανεισμού, στις εταιρείες αυτές με το ίδιο συμβατικό καθεστώς, διατηρώντας τις ίδιες εργασιακές σχέσεις όπως είχαν καθοριστεί από την Επιχειρησιακή Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (Ε.Σ.Σ.Ε.) τους. Τον Μάρτιο του 2016, που τελείωσε η ισχύς της Ε.Σ.Σ.Ε, η εταιρεία ξεκίνησε ένα πρόγραμμα εθελούσιας εξόδου, με την παράλληλη δεσμευτική πρόταση προς τους εργαζόμενους να μεταφερθούν με δεκατετράμηνες συμβάσεις στις άλλες τρεις εταιρείες, οι οποίες είχαν «εκμισθώσει» κτίρια και μηχανήματα ξεχωριστών κλάδων παραγωγικής δραστηριότητας από την αρχική μητρική εταιρεία. Βέβαια, αξίζει να σημειωθεί πως όλες αυτές οι διαδικασίες έγιναν υπό το καθεστώς του «αποφασίζουμε και διατάζουμε» και με εκβιασμούς από διευθυντές και προϊσταμένους ώστε να υπογράψουν οι εργαζόμενοι, διότι σε διαφορετική περίπτωση θα απολύονταν. Σε όσους δεν υπέγραψαν, την επόμενη ημέρα, έδωσαν υποχρεωτική άδεια και, αφού έληξε η κανονική άδεια, τους έβγαλαν σε διαθεσιμότητα. Στη συνέχεια άρχισαν οι απολύσεις. Ξεκίνησαν από τρία άτομα τα οποία προοδευτικά αυξάνονταν: 10 άτομα, 30 άτομα, 53 άτομα… Δεν δίστασαν να απολύσουν ακόμη και άτομα με αναπηρία, τα οποία προστατεύονται από ειδικό νομικό καθεστώς. Οι απολύσεις συνοδεύτηκαν με μηνύσεις, ώστε οι απολυμένοι να μη δικαιούνται αποζημιώσεις. Μηνύσεις που μόνο νοσηρή φαντασία μπορεί να στοιχειοθετήσει. Οι απολυμένοι εργαζόμενοι έγιναν εμπρηστές, έβαλαν φωτιά στο γειτονικό βουνό! Εμπρηστές; Αυτοί που δούλευαν 20 και 30 χρόνια σ’ αυτό το εργοστάσιο; Αυτοί που άσπρισαν τα μαλλιά τους δουλεύοντας για να κρατιέται βιώσιμο και παραγωγικό το εργοστάσιο; Αυτοί που δούλευαν μέρα και νύχτα σ’ ένα περιβάλλον ανθυγιεινό και οι περισσότεροι αποχώρησαν «κληρονομώντας» κάποια σοβαρή ασθένεια; Αυτοί που νοιώθουν και στηρίζουν αυτό το εργοστάσιο σαν δεύτερο σπίτι τους; Αυτοί που δέχτηκαν να υπογράψουν το δανεισμό της εταιρείας προς όφελος της εργοδοσίας; Αυτοί που μοχθούσαν για να ζήσουν τις οικογένειές τους, να μεγαλώσουν τα παιδιά τους και να τα σπουδάσουν; Αυτοί που όταν έπιασε φωτιά το βουνό, ενέργεια για την οποία κατηγορούνται χωρίς ντροπή, έτρεξαν μαζί με τους πυροσβέστες για την σβήσουν;
Η δίκη για τις απολύσεις, τις διαθεσιμότητες και τις στημένες μηνύσεις εναντίον των εργαζομένων στα Λιπάσματα θα γίνει στις 6 Σεπτεμβρίου, μετά από αναβολή που είχαν ζητήσει οι δικηγόροι του Λαυρεντιάδη λόγω ταυτόχρονης ομαδικής γαστρεντερίτιδας(!). Θα είναι μια ακόμη πράξη του δράματος, μακάρι η τελευταία, που ζουν εδώ και καιρό τόσες οικογένειες στην Καβάλα. Ο δίκαιος αγώνας, όμως, των εργαζομένων συνεχίζεται και πρέπει να είναι νικηφόρος. Είναι ένα παράδειγμα περηφάνιας και εργατικής συνείδησης και παραπέμπει στους μεγάλους αγώνες και τις θυσίες των καπνεργατών της Καβάλας. Κι εδώ πρέπει, επιτέλους, η κυβέρνηση να παίξει καθοριστικό ρόλο. Δεν αρκούν ανέξοδες ανακοινώσεις συμπαράστασης του υπουργείου και κροκοδείλια δάκρυα των τοπικών βουλευτών. Πρέπει επιτέλους να μπει φρένο στις εξόφθαλμες περιπτώσεις ασυδοσίας της εργοδοσίας και να ενισχυθεί το εργατικό δίκαιο που εδώ και χρόνια εκπίπτει συνεχώς, αφήνοντας τους εργαζομένους απολύτως ανοχύρωτους. Μια παλιά εργάτρια στα καπνομάγαζα και τα κονσερβάδικα της Καβάλας, τότε που η πόλη είχε εργοστάσια και δεν είχε υποστεί τη σημερινή αποβιομηχάνιση, έλεγε: «Τότε, μπορεί το μεροκάματο να ήταν μικρό αλλά είχαμε δουλειά, πληρωνόμασταν τις υπερωρίες κι είχαμε ένα Σωματείο που μας στήριζε και δεν έκανε ποτέ πίσω. Τώρα, δεν έχει μείνει τίποτε όρθιο. Είναι χειρότερα από τότε κι ας έχουμε αριστερή κυβέρνηση…»


epohi.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου